Αυτοεπίγνωση είναι η ικανότητα του ατόμου να έχει μια ξεκάθαρη αντίληψη της προσωπικότητάς του. Για να επιτευχθεί η αυτοεπίγνωση χρειάζεται μια ρεαλιστική άποψη για τον εαυτό, ούτε υπερεκτιμημένη, ούτε υποτιμημένη. Οι άνθρωποι που διαθέτουν ισχυρή αυτοεπίγνωση είναι ειλικρινείς τόσο με τους εαυτούς τους όσο και με τους άλλους και συχνά επιδεικνύουν έντονη επιθυμία για εποικοδομητική κριτική (Goleman, 2004).
Με απλά λόγια, η αυτοεπίγνωση μετριέται από το πόσο καλά γνωρίζουμε και συνεχίζουμε να μαθαίνουμε τον εαυτό μας (το “γνώθι σ’ αυτόν”). Με την αυτεπίγνωση αντιλαμβανόμαστε την προσωπική μας διάθεση, τα κίνητρα πίσω από τις πράξεις μας, τα συναισθήματά μας και τις πιο κρυφές μας επιθυμίες και οράματα. Με αυτήν ξέρουμε το τι πιστεύουμε για τον εαυτό μας, τις προσωπικές μας αξίες, τις πεποιθήσεις μας, τα δυνατά και αδύνατα σημεία μας, το τι θέλουμε, καθώς και τους στόχους που βάζουμε για τη ζωή μας. Με αυτήν αντιλαμβανόμαστε τον “προσωπικό μας χάρτη” μέσα από τον οποίο – σαν γυαλιά – βλέπουμε και ερμηνεύουμε τα πάντα.
Τα άτομα με υψηλή αυτεπίγνωση έχουν υψηλή και υγιή αυτοπεποίθηση και σιγουριά για την αξία και τις ικανότητές τους. Ξέρουν τι συμβαίνει μέσα τους σε κρίσιμες καταστάσεις, καθώς και τις επιπτώσεις των συναισθημάτων τους στην εργασία και την προσωπική τους ζωή. Γνωρίζουν ότι τα συναισθήματα δεν προκύπτουν από μόνα τους απ’ έξω, αλλά είναι προσωπικές αντιδράσεις που διαλέγουμε να δείξουμε προς τα έξω. Έτσι, αναγνωρίζοντας ότι τα συναισθήματα ελέγχονται μέσω των σκέψεων, θεωρούν ότι η ουσία της προσωπικής τους ελευθερίας είναι να αναλάβουν την ευθύνη των συναισθημάτων τους.
Για το σύγχρονο εργαζόμενο που αντιμετωπίζει τόσες και ιδιαίτερες προκλήσεις καθημερινά, η έννοια της αυτοεπίγνωσης αποκτά πολυσήμαντη χροιά, καθώς γνωρίζοντας τον εαυτό του είναι σε θέση να καταλάβει ότι έχει τον έλεγχο των σκέψεων και των συναισθημάτων του, ότι δεν είναι έρμαιο των καταστάσεων και ότι μπορεί να εφαρμόσει τις αλλαγές που επιθυμεί στην εργασιακή του ζωή. Παράλληλα, ένα από τα πλεονεκτήματα του να γνωρίζει ο εργαζόμενος ποιες είναι οι ανάγκες που ασκούν την ισχυρότερη επίδραση στη συμπεριφορά του, είναι η ικανότητα να αντιλαμβάνεται το πώς αυτές επηρεάζουν τις διαπροσωπικές του σχέσεις εντός του οργανισμού. Οι ανάγκες είναι υπεύθυνες για τη δημιουργία παρακίνησης στα άτομα και όταν αυτές οι ανάγκες δεν ικανοποιούνται μπορεί να προκαλέσουν εσωτερικές αναταραχές, ενόχληση και στρες. Επίσης, αν ο εργαζόμενος γνωρίζει ποια είναι τα «τρωτά» του σημεία, είναι περισσότερο δεκτικός στην εποικοδομητική ανατροφοδότηση και κριτική, την οποία χρησιμοποιεί ως εργαλείο ανάπτυξης και σχεδιασμού μελλοντικών δράσεων.
Συνεπώς, ένας εργαζόμενος που χαρακτηρίζεται από αυτοεπίγνωση και είναι σε θέση να διαθέτει μια σταθερή αντίληψη για τον εαυτό του, έχει πάντα λιγότερες πιθανότητες, είτε να επιτρέψει στον εαυτό του την αποτυχία, είτε να διατηρήσει μια επιτυχημένη και σταθερά ανοδική καριέρα. Όσο περισσότερο, λοιπόν, ερχόμαστε σε επαφή με τις ανάγκες και τις επιθυμίες του εαυτού μας τόσο λιγότερο τον προδίδουμε στον εργασιακό μας περιβάλλον και του επιτρέπουμε την επιτυχία που του αξίζει, όποια χαρακτηριστικά και αν αυτή έχει.