Το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού κλιμακώνει τόσο έντονα την παρουσία του που δε γίνεται πια να του γυρνάμε την πλάτη. Ο αριθμός των παιδιών που παραπονιούνται ότι έχουν πέσει θύματα κοροϊδίας και απειλών από άλλα παιδιά συνεχώς αυξάνεται με αποτέλεσμα η Ελλάδα να καταλαμβάνει πολύ υψηλή θέση στην παγκόσμια κατάταξη σε περιστατικά ενδοσχολικής βίας και εκφοβισμού ή bullying όπως ονομάζεται διεθνώς.
Ο όρος σχολικός εκφοβισμός αναφέρεται στη χρήση βίας μεταξύ μαθητών ή συνομήλικων παιδιών με στόχο να προκληθεί πόνος ή αναστάτωση. Είναι μια κατάσταση επαναλαμβανόμενη, κατευθύνεται σε συγκεκριμένα παιδιά από παιδιά (πολλές φορές και ομάδα παιδιών) που υπερέχουν σωματικά και έχουν ως αποτέλεσμα το παιδί που εκφοβίζεται να νιώθει απομονωμένο, να βιώνει άγχος και φόβο, να παρουσιάζει σχολική άρνηση και διάφορες συναισθηματικές δυσκολίες. Εμφανίζεται με τη μορφή του λεκτικού εκφοβισμού (κοροϊδία, διακρίσεις, σεξουαλικά σχόλια), του κοινωνικού εκφοβισμού (διάδοση φημών, καταστροφή προσωπικών αντικειμένων, απομόνωση από την ομάδα), του σωματικού εκφοβισμού (χτυπήματα, σπρωξίματα, κλωτσιές) και τέλος με εκείνη του ηλεκτρονικού εκφοβισμού (εκβιασμός μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και του διαδικτύου ή μέσω μηνυμάτων στο κινητό τηλέφωνο).
Εκείνο που πρέπει οπωσδήποτε να τονισθεί είναι ότι τα περισσότερα παιδιά που βιώνουν εκφοβισμό δεν το λένε σε κανένα είτε από συναισθήματα ντροπής που συνήθως ακολουθούν τον σχολικό εκφοβισμό, καθώς τα παιδιά – θύματα νιώθουν ότι όλοι γελάνε μαζί τους, είτε από φόβο καθώς πιστεύουν ότι τα παιδιά – θύτες θα θυμώσουν και τα πράγματα θα χειροτερεύσουν. Επίσης, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η παιδική σκέψη είναι αρκετά ενοχική και, ιδιαίτερα σε καταστάσεις βίας, νιώθουν ότι φταίνε και εκείνα και θεωρούν τα ίδια με τη στάση τους ή τη συμπεριφορά τους πως προκάλεσαν αυτήν την κατάσταση. Παράλληλα, όλα τα παιδιά αποζητούν τον θαυμασμό και την αγάπη των γονιών τους και συνεπώς πολλές φορές αποφεύγουν να τους μιλήσουν καθώς θεωρούν ότι θα τους απογοητεύσουν με την δήθεν “αδυναμία” τους και θα τους στεναχωρήσουν με την δήθεν «ατολμία» τους. Τέλος, ας μην ξεχνάμε και την παντοδύναμη σκέψη των παιδιών που θεωρούν ότι όλα θα λυθούν με κάποιο τρόπο μαγικό και βολικό.
Για όλους τους παραπάνω λόγους οι γονείς θα πρέπει όχι μόνο να ενημερωθούν για το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού αλλά κυρίως να παραμένουν όσο μπορούν κοντά στα παιδιά τους, να διατηρούν ένα ανοιχτό και ειλικρινή δίαυλο επικοινωνίας και να μην καλλιεργούν μια πιθανή κουλτούρα φόβου στην οικογένεια τους. Θα πρέπει να παρατηρούν τη συμπεριφορά του παιδιού τους. Οποιαδήποτε ξαφνική και χωρίς εμφανή αιτία αλλαγή στη συμπεριφορά τους, στη διάθεση τους, στην όρεξη τους, στον ύπνο τους, στη γνώμη τους για κάποια άτομα, στη σχολική τους παρουσία και στην σχολική τους επίδοση πρέπει να τους προβληματίσει και διακριτικά να διερευνήσουν τι συμβαίνει.
Σε περίπτωση που αντιληφθούν ότι το παιδί τους βιώνει κάποιο είδους σχολικού εκφοβισμού θα πρέπει, σε πλαίσιο ασφάλειας και εμπιστοσύνης, να κουβεντιάσουν μαζί του για την εμπειρία του και γενικά για το φαινόμενο του bullying ενώ παράλληλα, θα πρέπει να καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να το απενοχοποιήσουν. Επιπρόσθετα, μέσω της καθημερινής συζήτησης και συνδιαλλαγής με το παιδί τους, θα πρέπει να τονώσουν την αυτοεκτίμησή του και να του εξηγήσουν ότι κανείς δεν έχει το δικαίωμα να του φέρεται με αυτόν τον τρόπο και ότι δεν το αξίζει. Γενικά, με όλη τη στάση τους θα πρέπει να επιμείνουν στην αξία που έχει το παιδί και να προσπαθήσουν να του απαλύνουν τα όποια συναισθήματα κατωτερότητας μπορεί να βιώνει. Ωστόσο, είναι σημαντικό να ζητήσουν και τη βοήθεια του δασκάλου και των υπευθύνων του σχολείου αναδεικνύοντας με αυτόν τον τρόπο στο παιδί τη σημασία του να έχει επικοινωνία με το δάσκαλο και εξηγώντας του παράλληλα τη διαφορά του “μαρτυράω” από το “ζητάω” βοήθεια.
Όλοι οι γονείς τόσο για την πρόληψη όσο και για την αντιμετώπιση του φαινομένου του σχολικού εκφοβισμού θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν περισσότερο κοντά στα παιδιά τους, να διατηρούν καθημερινό διάλογο μαζί τους για το πως ήταν η μέρα στο σχολείο τους, για τα συναισθήματα που τους προκάλεσε, έτσι ώστε να είναι σε θέση να παρατηρήσουν οποιαδήποτε αλλαγή στη συμπεριφορά τους. Θα πρέπει πάντα να θυμόμαστε ότι μόνο οι “στενές” σχέσεις με το σχολείο, με τους συμμαθητές και τους εκπαιδευτικούς μπορούν να σπάσουν τον “κώδικα σιωπής” που χαρακτηρίζει τα περισσότερα θύματα, τα οποία φοβούνται να αναφέρουν το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού.